Όταν παντού ερείπια γύρω μου σωριαζόταν..
Όταν μονάχα χαλασμός γινόταν στην καρδιά μου..
Όταν στου νου μου τα στενά φούσκωνε η καταιγίδα..
Όταν τα μάτια βούρκωναν και το κορμί ριγούσε..
Όταν τα χείλη μάτωνα κραυγή να μην ακούσω..
Όταν η μέρα νύχτωνε και έχανα τον ήλιο..
Όταν άντρας ξέχασα πως ήμουν, πως υπήρχα..
Όταν με μάσκες έβλεπα εκείνους που θωρούσα..
Όταν τα χέρια άπλωνα σκιές για ν αγκαλιάσω.
Τότε ήρθες και μ αντάμωσες στης μοναξιάς την πόρτα
και μ έμαθες ότι μπορώ ακόμα ν ανασαίνω
Με έμαθες να τραγουδώ σκοπούς που χα ξεχάσει
Με έμαθες πως τα πουλιά που ζουν μες το κλουβί τους,
έχουν ακόμη δυο φτερά και ξέρουν να πετούνε.